Φυσικά, το να ζει κανείς δεν ήταν ποτέ εύκολο. Συνεχίσουμε να κάνουμε τις κινήσεις που απαιτεί η ζωή για πολλούς λόγους, εκ των οποίων ο πρωταρχικός είναι η συνήθεια.Το να πεθαίνει κανείς εκούσια προϋποθέτει πως αναγνώρισε, ακόμα και ενστικτωδώς, τον μηδαμινό χαρακτήρα τούτης της συνήθειας, την απουσία κάθε ουσιωδώς λόγου για να ζει, το παράλογο που χαρακτηρίζει ατή την καθημερινή ταραχή και την ματαιότητα του πόνου.
Είναι κοινοτοπία η σύγκριση ανάμεσα στις φιλοσοφικές θεωρίες και στη συμπεριφορά εκείνων που τη διδάσκουν.
Συνηθίζουμε στη ζωή πριν συνηθίσουμε στη σκέψη. Σ αυτό τον αγώνα δρόμου που μας σπρώχνει όλο και πιο κοντά στο θάνατο, το σώμα διατηρεί ένα αναπόφευκτο προβάδισμα.
Η επιμονή και η διορατικότητα είναι οι προνομιούχοι θεατές αυτού του παιχνιδιού όπου το παράλογο, η ελπίδα και ο θάνατος ανταλλάσσουν τα επιχειρήματά τους.
Όλες οι μεγάλες πράξεις και όλες οι μεγάλες σκέψεις ξεκινούν από κάτι ασήμαντο.
Η κούραση βρίσκεται στο τέρμα των πράξεων μιας μηχανικής ζωής, μα δίνει συνάμα το έναυσμα για την κίνηση της συνείδησης. την ξυπνά και προκαλεί την συνέχεια. Η συνέχεια είναι η ασυνείδητη επιστροφή στην αλυσίδα του καθημερινού ή η οριστική αφύπνιση. Στο τέλος της αφύπνισης έρχονται, με τον καιρό, οι επιπτώσεις: αυτοκτονία ή ανάρρωση.
Καμία ηθική, καμία προσπάθεια δεν δικαιολογούνται εκ των προτέρων μπροστά στα αιματηρά μαθηματικά που ρυθμίζουν την μοίρα μας.
Ανάμεσα στη βεβαιότητα που έχω για την ύπαρξή μου και στο περιεχόμενο που προσπαθώ να δώσω σε τούτη τη βεβαιότητα, το κενό που υπάρχει δεν θα καλυφθεί ποτέ. Θα είμαι πάντα ένας ξένος για τον εαυτό μου.
Ένα πλήθος από παράλογα υψώνεται και περικυκλώνει τον άνθρωπο ως την τελευταία πνοή του.
Η πιο σίγουρη βουβαμάρα δεν είναι να σωπαίνεις αλλά να μιλάς - Κιρκεγκαρντ
Πιστεύω ότι το συναίσθημα του παραλόγου δεν γεννιέται από την απλή εξέταση ενός γεγονότος ή μιας εντύπωσης, αλλά ξεπροβάλλει από την σύγκριση μεταξύ μιας κατάστασης και μίας συγκεκριμένης πραγματικότητας, μεταξύ μίας πράξης και του κόσμου που την ξεπερνά. Το παράλογο είναι ουσιαστικά μια διάζευξη. Δεν υπάρχει ούτε στο ένα ούτε στο άλλο από τα συγκρινόμενα στοιχεία. Γεννιέται από την αντιπαράθεσή τους. Το παράλογο δεν αποτελεί στοιχείο του ανθρώπου, ούτε του κόσμου, αλλά της κοινής παρουσίας τους.
Ένας άνθρωπος γίνεται πάντα λεία των αληθειών του.
Ο παράλογος άνθρωπος δεν προβαίνει στην ισοπέδωση. Ξέρει ότι πρέπει να αγωνιστεί, δεν περιφρονεί την λογική και παραδέχεται το αλόγιστο. Καλύπτει έτσι με το βλέμμα όλα τα δεδομένα της εμπειρίας και είναι ελάχιστα διατεθειμένος να κάνει το άλμα προτού μάθει. Ξέρει μονάχα ότι σ’αυτή την αφυπνισμένη συνείδηση δεν υπάρχει πια θέση για ελπίδα.
Σκέφτομαι δεν σημαίνει ενοποιώ, καθιστώ οικεία τα φαινόμενα υπό την μορφή μιας μεγάλης αρχής. Σκέφτομαι σημαίνει ξαναμαθαίνω να βλέπω, να κατευθύνω την συνείδησή μου, να δημιουργώ με κάθε εικόνα ένα προνομιακό τρόπο.
Ο άνθρωπος της καθημερινότητας. πριν γνωρίσει το παράλογο, ζει με στόχους, φροντίδα για το μέλλον ή για τη δικαίωση. Εκτιμά τις ευκαιρίες που του παρουσιάζονται, υπολογίζει το αύριο, στη σύνταξή του, ή στη δουλειά των παιδιών του. Πιστεύει ακόμα ότι μπορεί αν κατευθύνει ορισμένα πράγματα στη ζωή του. Στη πραγματικότητα, ενεργεί σαν να ήταν ελεύθερος, ακόμα και αν όλα τα γεγονότα διαψεύδουν αυτή την ελευθερία. Μετά την γνωριμία με το παράλογο τα πάντα κλονίζονται. Τούτη η ιδέα του “υπάρχω”, ο τρόπος να δρω λες και τα πάντα έχουν νόημα (ακόμα κ αν, επ ευκαιρία, έλεγα πω τίποτε δεν έχει νόημα), όλα αυτά διαψεύδονται με ιλιγγιώδη τρόπο από τον παραλογισμό ενός πιθανού θανάτου.
Μα τι σημαίνει ζωή σε ένα παρόμοιο σύμπαν; Τίποτε άλλο εκτός από αδιαφορία για το μέλλον και πάθος για να εξαντλούμε όσα μας δόθηκαν. Η πίστη στο νόημα της ζωής προϋποθέτει πάντα μια κλίμακα αξιών, μια επιλογή, τις προτιμήσεις μας. Η πίστη στο παράλογο διδάσκει το αντίθετο.
Πολλοί άνθρωποι, και ανάμεσά τους οι πιο τραγικοί, μας κάνουν να προ αισθανθούμε ότι μια μακροχρόνια εμπειρία αλλάζει αυτό τον πίνακα αξιών. Μας κάνουν να φανταστούμε ένα τυχοδιώκτη του καθημερινού που, με την πληθώρα των εμπειριών του και μόνο, θα έσπαζε όλα τα ρεκόρ και θα κέρδιζε έτσι τη δική του ηθική.
Η ηθική ενός ανθρώπου και η κλίμακα των αξιών του εξηγούνται μόνο με την ποσότητα και την ποικιλία των εμπειριών που έχει συσσωρεύσει. Αφενός το παράλογο υποστηρίζει ότι όλες οι εμπειρίες είναι περίπου οι ίδιες, αφετέρου ενθαρρύνει για περισσότερες εμπειρίες. Το λάθος είναι να σκεφτούμε ότι η ποσότητα εμπειριών εξαρτάται από τις περιστάσεις της ζωής μας, ενώ εξαρτάται μόνο από μας.
Όταν νιώθεις όσο πιο πολύ γίνεται την ζωή σου, την επανάστασή σου, την ελευθερία σου, σημαίνει ότι ζεις όσο περισσότερο γίνεται. Όπου επικρατεί η διαύγεια πνεύματος, η κλίμακα αξίων καταντά ανώφελη.
Τι είναι πράγματι ο παράλογος άνθρωπος; Αυτός που, χωρίς να αρνείται το αιώνιο δεν κάνει τίποτε για αυτό. Όχι πως η νοσταλγία του είναι ξένη. Μα προτιμά το κουράγιο του και το συλλογισμό του.Το ένα του μαθαίνει να ζει οριστικά και αμετάκλητα και να αρκείται σε ότι έχει, το άλλο τον ενημερώνει για τα όριά του. Σίγουρος για την ελευθερία του που έχει ένα τέλος, για την δίχως μέλλον επανάστασή του και τη φθαρτή του συνείδηση, συνεχίζει την περιπέτειά του όσο διαρκεί η ζωή του.
Ο άνθρωπος περνάει τη μισή ζωή του κάνοντας υπονοούμενα, στρέφοντας αλλού το κεφάλι και σωπαίνωντας.